Η σταδιακή αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το μεσογειακό και μεσανατολικό προσκήνιο, από το 2014, δημιούργησε κενό ισχύος, το οποίο επιχείρησαν να καλύψουν τρίτες δυνάμεις. Ειδικά η Τουρκία, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, άρχισε να εφαρμόζει μια σκληρά αναθεωρητική πολιτική, αμφισβητώντας σε πολλές περιπτώσεις το status quo και επιλέγοντας να αναμιχθεί σε όλες τις περιφερειακές διενέξεις της περιοχής. Αυτή η επιλογή έφερε την Άγκυρα σε τροχιά σύγκρουσης με την πλειοψηφία των μεσογειακών χωρών. Βέβαια, η ίδια θεωρεί ότι το αφήγημα της Γαλάζιας Πατρίδας και η προβολή ισχύος αποτελούν τα μεγάλα της πλεονεκτήματα. Είναι όμως έτσι;
 
Στην ουσία, η Τουρκία επιλέγει τη λογική “power over others”: την επιβολή της ισχύος έναντι των άλλων κρατών της περιοχής, αδιαφορώντας για την περιφερειακή σταθερότητα και την ευημερία των λαών της Μεσογείου. Η ανάμιξη της Άγκυρας στο συριακό μέτωπο και τα διαδοχικά πισωγυρίσματα στη στρατηγική της, οι τριβές με το Ισραήλ και με τις ισχυρές χώρες του αραβικού κόσμου, η παράνομη συμφωνία με τη Λιβύη, ακόμα και η επέμβαση στη διένεξη του Ναγκόρνο Καραμπάχ αποδεικνύουν ότι η Τουρκία είναι ο κοινός παρονομαστής της αστάθειας στη γειτονιά. Στην ίδια λογική εντάσσονται και οι προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου. Ουσιαστικά, η γειτονική χώρα επιχειρεί να δημιουργήσει για την ίδια συνθήκες ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο, με στόχο να αποκομίσει γεωπολιτικά οφέλη.
 
Οι μαξιμαλισμοί και οι άγονες τουρκικές διεκδικήσεις συνδέονται και με τους προσωπικούς στόχους του κ. Ερντογάν. Στην προσπάθειά του να αναδειχθεί σε νέο εθνοπατέρα στη συνείδηση του τουρκικού λαού, ο Τούρκος Πρόεδρος καθιστά συχνά την στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής σε εργαλείο εγχώριας ενδυνάμωσης. Ακόμα περισσότερο, η αναθεωρητική τακτική και η προβολή ισχύος συσχετίζονται και με το υπερεθνικό του όραμα να καταστεί ηγέτης του σουνιτικού Ισλάμ.
 
Απέναντι σ’ αυτή τη λογική, η Ελλάδα απαντά με σχέδιο και όραμα για τον ευρύτερο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Προωθεί τις διακρατικές συνεργασίες προστιθέμενης αξίας, στη βάση του σεβασμού των αρχών καλής γειτονίας και του διεθνούς δικαίου, χωρίς αποκλεισμούς. Η σημερινή κυβέρνηση εργάζεται σταθερά για την περιφερειακή ευημερία, προωθώντας μια κοινή «μεσογειακή» ταυτότητα, δηλαδή μια εταιρική σχέση βάσει των κοινών συμφερόντων, με κανονιστικές αντιλήψεις αποδεκτές από όλους και συμβατές με τη διεθνή έννομη τάξη. Η χώρα μας συνεισφέρει ενεργά στο θετικό γεωπολιτικό πρόσημο του ταραγμένου μεσογειακού και μεσανατολικού χώρου και πρωταγωνιστεί σε κάθε δράση που αφορά την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιφέρειάς της. Και αυτή η εξωστρεφής στρατηγική είναι απολύτως σύμφωνη με τις προτεραιότητες των ευρωατλαντικών μας εταίρων.
 
Στην ουσία, η Ελλάδα ενώνει δυνάμεις στην Μεσόγειο. Προβάλλει την αξία της διακρατικής συνεργασίας απέναντι στους διαχωρισμούς, τους ανταγωνισμούς και τις προκλήσεις. Επιλέγουμε συνειδητά τη λογική “power with others”, για την σταθερότητα και την ανάπτυξη της περιοχής μας.  
 
Σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές διερευνητικές επαφές, η Αθήνα ουδέποτε φοβήθηκε τις συζητήσεις. Άλλωστε, η ορθότητα των επιχειρημάτων μας είναι το δυνατό μας όπλο. Η Τουρκία είναι εκείνη που οφείλει να πείσει για την αξιοπιστία της και να αντιληφθεί το πνεύμα του διεθνούς δικαίου. Η πρόσφατη NAVTEX που κρατά το Ορούτς Ρέις σε τουρκικά νερά για τους επόμενους 6 μήνες σαφώς αποτελεί κίνηση καλής θέλησης. Όμως η Άγκυρα οφείλει να δώσει συνέχεια στην πολιτική της αποκλιμάκωσης. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για συζήτηση. 
Διαβάστε το άρθρο στην ιστοσελίδα www.protothema.gr στον ακόλουθο σύνδεσμο: